νερομάνα

νερομάνα
η
μάνα του νερού, πηγή άφθονου νερού, υδατοδεξαμενή.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κεφαλόβρυση — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 520 μ., 158 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριφυλίας του νομού Μεσσηνίας. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του νομού, 55 χλμ. ΒΔ της πόλης της Κορίνθου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αετού. * * * η κεντρική πηγή απ όπου ρέει… …   Dictionary of Greek

  • βρυσομάνα — η μεγάλη πηγή νερού, νερομάνα, κεφαλάρι: Έξω από το χωριό υπήρχε μια βρυσομάνα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κεφαλάρι — το 1. νερομάνα: Πίνει νερό από το κεφαλάρι. 2. το μέρος του κρεβατιού όπου αναπαύεται η κεφαλή αυτού που κατακλίνεται ή το προσκέφαλο που τοποθετείται κάτω από το κύριο προσκέφαλο του κρεβατιού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κεφαλόβρυση — η πηγή τρεχούμενου νερού, κεφαλάρι, νερομάνα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”